θερμιδομετρία

θερμιδομετρία
η калориметрия

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "θερμιδομετρία" в других словарях:

  • θερμιδομετρία — Η μέτρηση των ποσοτήτων θερμότητας που εκλύεται ή απορροφάται κατά τη διάρκεια διαφόρων φυσικοχημικών φαινομένων. Με τις μεθόδους της θ. καθορίζονται οι θερμοχωρητικότητες των υλικών, οι λανθάνουσες θερμότητες υλικών στις διάφορες αλλαγές φάσης… …   Dictionary of Greek

  • θερμιδομετρία — η μέτρηση θερμότητας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • θερμιδομετρικός — ή, ό [θερμιδομετρία] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη θερμιδομετρία («θερμιδομετρικός όλμος» ερμητικά κλειστό μεταλλικό δοχείο που χρησιμοποιείται στη θερμιδομετρία για τη μέτρηση τής θερμότητας καύσης) …   Dictionary of Greek

  • -μετρία — (Α μετρία) β συνθετικό πλήθους επιστημονικών ιδίως όρων που προήλθαν στην Αρχαία από ουσιαστικά σε μέτρης ή μετρος (βλ. λ. μέτρο). Οι νεώτεροι όροι είναι συνήθως αντιδάνειοι και στα δύο συνθετικά (ακτινο μετρία, πρβλ. γαλλ. actino metrie γωνιο… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»